Ελληνίδα απέδειξε την ύπαρξη βλαστοκυττάρων στο μητρικό γάλα Hassiotou_gr
Την αξία του μητρικού θηλασμού έρχεται να ενισχύσει μια νέα αυστραλιανή μελέτη της ομάδας της Ελληνίδας ερευνήτριας Φωτεινής Χασιώτου. Η εν λόγω μελέτη διαπίστωσε ότι το μητρικό γάλα είναι πλούσιο σε βλαστοκύτταρα, τα οποία όχι μόνο περνούν στον παιδικό οργανισμό, αλλά επιπλέον τον επηρεάζουν άμεσα προστατεύοντάς τον από ασθένειες, όπως ο διαβήτης και η νόσος Πάρκινσον.
Σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιεύθηκαν στο New Scientist, ενώ εδώ και επτά χρόνια οι επιστήμονες είχαν ανακαλύψει ότι το μητρικό γάλα περιέχει έναν τύπο βλαστοκυττάρων, δεν ήταν σε θέση να γνωρίζουν αν είναι χρήσιμος για τα βρέφη ή αν απλώς περνούν σε αυτά από τον οργανισμό της μητέρας.
Η Δρ. Χασιώτου και οι συνεργάτες της δημιούργησαν γενετικά τροποποιημένα ποντίκια που έφεραν στον οργανισμό τους ένα γονίδιο, το οποίο κατόπιν ειδικού φωτισμού υποδείκνυε την ύπαρξη συγκεκριμένων κυττάρων. Όταν τα θηλυκά ποντίκια γέννησαν, οι ερευνητές τούς έδωσαν να θηλάσουν άλλα μικρά, οι μητέρες των οποίων δεν έφεραν το γονίδιο αυτό. Έτσι, αν εμφάνιζαν στον οργανισμό τους τα παραπάνω κύτταρα, οι επιστήμονες θα γνώριζαν ότι πέρασαν μέσω του μητρικού γάλακτος.
Όπως διαπιστώθηκε μετά την ενηλικίωση των ποντικιών, τα βλαστοκύτταρα αυτά όχι μόνο είχαν περάσει στον οργανισμό τους, αλλά επιπλέον βρίσκονταν στο αίμα τους και σε πολλούς ιστούς, όπως ο εγκέφαλος, ο θύμος αδένας, το πάγκρεας, το ήπαρ και οι νεφροί. Ορισμένα μάλιστα παρήγαγαν σημαντικές πρωτεΐνες, όπως η ινσουλίνη.
Η επίκουρη καθηγήτρια στη Σχολή Χημείας και Βιοχημείας του Πανεπιστημίου της Δυτικής Αυστραλίας στο Περθ, Φωτεινή Χασιώτου, μέλος της επιστημονικής ομάδας Χάρτμαν για τον Ανθρώπινο Θηλασμό, ερευνά ένα από τα σημαντικότερα μεταβολικά όργανα του σώματος, τον μαστό και το φυσικό προϊόν που παράγει, ένα «δώρο ζωής» για τη γυναίκα και το βρέφος.
Η Ελληνίδα επιστήμονας αποφοίτησε από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο το 2005 με πτυχίο στη Βιολογία και στη Μικροβιολογία. Στη συνέχεια μετανάστευσε στην Αυστραλία και ξεκίνησε το διδακτορικό της το 2006 στη Φυσιολογία Φυτών στο Πανεπιστήμιο της Δυτικής Αυστραλίας (UWA).
Έγινε μέλος της επιστημονικής ομάδας Χάρτμαν για τον Ανθρώπινο Θηλασμό και άρχισε ένα δεύτερο διδακτορικό στη φυσιολογία του θηλασμού, την κυτταρική σύνθεση του μητρικού γάλακτος και στον καρκίνο του μαστού. Η δεύτερη διδακτορική της διατριβή περιλαμβάνει πρωτοποριακές εκθέσεις, όπως η ανακάλυψη των πολυδύναμων βλαστικών κυττάρων στο μητρικό γάλα και η ανάπτυξη εργαλείων για την αξιολόγηση της κατάστασης της υγείας του μαστού στις θηλάζουσες. Διηύθυνε επίσης νέα έρευνα στους μοριακούς καθοριστικούς παράγοντες του καρκίνου. Η έρευνά της επικεντρώνεται στα μητρικά κύτταρα που υπάρχουν στο μητρικό γάλα και τη συμμετοχή τους στην υγεία και τις ασθένειες. Διευθύνει επίσης μια ομάδα ερευνητών που επικεντρώνονται στην κατανόηση των αιτιών του καρκίνου και την ανάπτυξη καινοτόμων μη επεμβατικών θεραπειών για την ασθένεια αυτή. Η εστίασή της είναι ο καρκίνος του στήθους και του εγκεφάλου.